Αριστοτέλης
ΙΣΤΟΡΙΑ των ΟΝΟΜΑΤΩΝ » Αριστοτέλης
Ο Αριστοτέλης κάλυψε με το έργο του όλες τις φιλοσοφικές έννοιες και αναζητήσεις: φύση, ον, ηθική, δικαιοσύνη σε συνδυασμό με την κριτική έρευνα της πολιτικής εξέλιξης των ελληνικών πόλεων-κρατών. Είναι ο πρώτος που διατυπώνει την άποψη του χωρισμού των λειτουργιών δηλαδή των ενεργειών μιας ευνομούμενης πολιτείας σε τρεις κατηγορίες : νομοθετική,εκτελεστική και δικαστική, ενώ στα πολιτικά του καταγράφει τις παρεκβάσεις των πολιτευμάτων.
Όσον αφορά τη δικαιοσύνη αφιερώνει ολόκληρο το πέμπτο βιβλίο των Ηθικών Νικομαχείων και τη δικαιοσύνη την ορίζει ως αγαθό που δεν στοχεύει στην ευδαιμονία εκείνου που την ασκεί, αλλά στον άλλο άνθρωπο. Διακρίνει τη δικαιοσύνη σε τρία είδη:
τη διανεμητική
τη διορθωτική και
τη δικαιοσύνη της αμοιβαιότητας
Στην διανεμητική δικαιοσύνη η απόδοση (διανομή) γίνεται με γεωμετρική αναλογία με βάση δηλαδή την αξία του ατόμου. Αντίθετα στη διορθωτική δεν λαμβάνεται υπόψη η αξία του προσώπου, αλλά η αρχή σύμφωνα με την οποία όλα τα άτομα είναι ίσα μεταξύ τους. Η δικαιοσύνη της αμοιβαιότητας είναι ανεξάρτητη από τις δυο προηγούμενες, γιατί, ενώ εκείνες απονέμονται από τα όργανα της δικαστικής εξουσίας αυτή οφείλεται στην ελεύθερη βούληση των μελών της πολιτικής κοινωνίας, και είναι ιδιαίτερα σημαντική, αφού αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση της ενότητάς της, όταν αποδίδετα με ανάλογο μέτρο. Ανάλογο μ' εκείνο που επισημαίνει ο Ισοκράτης αποσπασματικά «οὐ τὰς στοὰς ἐμπιπλάναι (να γεμίζουμε) γραμμάτων, ἀλλ’ ἐν ταῖς ψυχαῖς ἔχειν τὸ δίκαιον
Ο Αριστοτέλης ανατρέχει και στο Το πνεύμα των νόμων, που ανέπτυξε μετά είκοσι σχεδόν αιώνες ο Μοντεσκιέ διακρίνοντάς το από το γράμμα του νόμου. Απαραίτητη προϋπόθεση για την απονομή της δικαιοσύνης ορίζει την επιείκεια. Ο νόμος τις περισσότερες φορές είναι αόριστος, αφού ο νομοθέτης δεν μπορεί πρακτικά να προβλέψει όλες τις πιθανές περιπτώσεις. Άρα επιείκεια είναι η κάλυψη του κενού, της έλλειψης που εμφανίζει ο νόμος εξαιτίας της γενικότητά του. ΣτοΡωμαϊκό δίκαιο αργότερα αναπτύχθηκαν οι νομικοί όροι «stricto sencu» και «lato sencu», «εν στενή» και «εν ευρεία εννοία» ερμηνεία εφαρμογής του νόμου.
Ο κόσμος του Αριστοτέλη
Εκτός από τη γνώμη του τη σχετική με τις "ιδέες" του Πλάτωνα ο Αριστοτέλης υποστηρίζει και άλλες αρχές. Δεν αποκρούει την ηδονή, αλλά προτιμά την πιο τέλεια, αυτή δηλαδή που πηγάζει από τη διάνοια. Ο σκοπός των ανθρώπινων ενεργειών, κατά τον Αριστοτέλη, είναι η ευδαιμονία, την οποία ορίζει ως ενέργεια σύμφωνη με την αρετή. Η αρετή, όταν κυριαρχεί στα πάθη και στις ορμές, τα ρυθμίζει, παίζοντας το ρόλο του μέτρου ανάμεσα στις δύο ακρότητες, δηλαδή στην υπερβολή και την έλλειψη. Έτσι π.χ. η "πραότης" είναι αρετή ως μεσότητα της οργής και της αναισθησίας, η "ανδρεία", επειδή βρίσκεται ανάμεσα στη θρασύτητα και στη δειλία, και η "αιδώς", επειδή κατέχει το μέσο της αδιαντροπιάς και της κατάπληξης, που είναι ακρότητες. Συμπλήρωμα της αρετής είναι και τα αγαθά του σώματος (δύναμη, υγεία, ομορφιά) και τα αγαθά της τύχης (πλούτος, ευγενική καταγωγή κλπ.). Σύμφωνα μ' αυτά, ευτυχισμένος είναι εκείνος που ενεργεί κατά τις επιταγές της αρετής και συγχρόνως έχει μερίδιο και στα άλλα αγαθά, τα "εκτός αγαθά", όπως τα ονομάζει.
Ο Αριστοτέλης ταλαντεύεται ανάμεσα στον ιδεαλισμό και τον υλισμό. Κάθε πράγμα, κατ' αυτόν, αποτελείται από ύλη και πνεύμα, που είναι μεταξύ τους αδιάσπαστα ενωμένα. Η ύλη είναι παθητική, είναι η δυνατότητα του πράγματος, ενώ το πνεύμα ενεργητικό, δηλ. η δύναμη που μεταβάλλει τη δυνατότητα σε πραγματικότητα.