Αλέξανδρος
ΙΣΤΟΡΙΑ των ΟΝΟΜΑΤΩΝ » Αλέξανδρος
Στην Περσέπολη βρήκε τον αυτοκρατορικό θησαυρό, αποτελούμενο, κατά τον Διόδωρο και τον Κούρτιο, από περίπου 120.000 τάλαντα σε χρυσό και ασήμι. Ένα μέρος από αυτό το ποσό κράτησε για τη συνέχιση του πολέμου και το υπόλοιπο το έστειλε στα Σούσα, όπου μπορούσε να φρουρηθεί αποτελεσματικότερα. Για τη μεταφορά στα Σούσα χρησιμοποιήθηκαν 10.00 ζευγάρια μουλαριών και 5.000 καμήλες. Ως σατράπη της Περσίδας διόρισε τον Πέρση Φρασαόρτη.
Καταδίωξη του Δαρείου
Φεύγοντας από την Περσέπολη, ο Αλέξανδρος έφτασε στις Πασαργάδες, παλιά πρωτεύουσα της Περσίας η οποία παραδόθηκε επίσης χωρίς αντίσταση. Εκεί βρήκε άλλα 6.000 περσικά τάλαντα. Επισκέφθηκε τον τάφο του Κύρου και έδωσε εντολή να διακοσμηθεί εσωτερικά, ως δείγμα θαυμασμού προς τον Πέρση βασιλιά για τον οποίο φαίνεται πως είχε μάθει όταν μικρός διάβασε το έργο Κύρου παιδεία, του Ξενοφώντα. Μετά από δύο μήνες ανάπαυσης του στρατού, προχώρησε προς τη Μηδία όπου βρίσκονταν τα Εκβάτανα (σημερινό Χαμαντάν), αναζητώντας τον Δαρείο Γ΄. Καταλαμβάνοντας τα Εκβάτανα περιήλθαν στα χέρια του και όλες οι εξουσίες στηνΠερσική Αυτοκρατορία. Σε αυτό το σημείο, ο σκοπός της εκστρατείας είχε ουσιαστικά τελειώσει. Η υποχρέωση των υπόλοιπων Ελλήνων συμμάχων του είχε τελειώσει κι έτσι έστειλε πίσω όσους επιθυμούσαν να μην τον ακολουθήσουν σε επόμενη εκστρατεία. Επίσης ανέθεσε στονΠαρμενίωνα τη μεταφορά όλων των περσικών θησαυρών στην ακρόπολη των Εκβατάνων, όπου θα τους φρουρούσε ο Άρπαλος, παιδικός φίλος του Αλεξάνδρου, με φρουρά 6.000 ανδρών. Στη συνέχεια ο Παρμενίωνας θα παρέμενε στη Μηδία, με αρμοδιότητα να φρουρεί τα μετόπισθεν του Αλεξάνδρου. Η ανάθεση μη μάχιμου καθήκοντος στον Παρμενίωνα έχει αποδοθεί στην προχωρημένη, τότε, ηλικία του (70 ετών), ίσως και σε πιθανή διαφωνία του για την πρόθεση του Αλεξάνδρου να συνεχίσει την εκστρατεία στις ανατολικές σατραπείες.
Από τα Εκβάτανα, ο Αλέξανδρος συνέχισε με μεγάλη ταχύτητα την καταδίωξη του Δαρείου, αδυνατώντας όμως να τον συλλάβη. Όταν πέρασε τις Κασπίες Πύλες (στη νοτιοανατολική γωνία της Κασπίας Λίμνης), έφθασαν στο στρατόπεδό του άνθρωπο του Δαρείου οι οποίοι τον πληροφόρησαν πως ο σατράπης της Βακτρίας,Βήσσος, συνέλαβε τον Δαρείο Γ΄ και ανακυρήχθηκε βασιλιάς της Περσίας από τους άλλους σατράπες και τους Βακτρίους. Από το πραξικόπημα του Βήσσου απείχαν οι Έλληνες μισθοφόροι του Δαρείου και η οικογένεια του Αρτάβαζου. Τότε ο Αλέξανδρος πήρε την απόφαση να κυνηγήσει τον Βήσσο και να συλλάβει ζωντανό τον Δαρείο, μπαίνοντας ο ίδιος επικεφαλής ελαφρού αποσπάσματος. Η καταδίωξη συνεχίστηκε ακόμη και μέσα στην άνυδρη έρημο, με ολονύκτιες πορείες. Όταν πρόφθασε τους Βακτρίους, εκείνοι τράπηκαν σε φυγή αφού τραυμάτισαν θανάσιμα τον Δαρείο και τον εγκατέλειψαν. Ο Αλέξανδρος έστειλε το σώμα του Δαρείου Γ΄ για να ταφεί με βασιλικές τιμές και τα τοπικά έθιμα στην Περσέπολη. Με τον θάνατο του Πέρση Μεγάλου Βασιλιά, ο Αλέξανδρος προβλήθηκε ως κληρονόμος και νόμιμος διάδοχος της δυναστείας των Αχαιμενιδών.
Υποταγή των ανατολικών σατραπειών (330 - 327 π.Χ.)
Στρατιωτικές μεταρρυθμίσεις, πολιτική του Αλεξάνδρου στην Κεντρική Ασία
Για να υποστηρίξει τον νέο του τίτλο και να εξασφαλίσει τον έλεγχο όλης της αυτοκρατορίας, κινήθηκε εναντίον του Βήσσου και των υπόλοιπων σατραπών που συνέβαλαν στη δολοφονία του Δαρείου Γ΄. Επιπλέον, στον Αλέξανδρο είχαν φτάσει πληροφορίες πως ο Βήσσος συγκέντρωνε ισχυρό εθνικό στρατό για να υπερασπίσει τη χώρα του και να διεκδικήσει την κυριαρχία της Ασίας. Έτσι η εκστρατεία του Αλεξάνδρου πήρε νέο χαρακτήρα, καθώς η συνέχισή της απαιτούσε τη χρησιμοποίηση του περσικού στοιχείου στον στρατό και στη διοίκηση, όπου εμπιστεύθηκε θέσεις στους πιστούς συνεργάτες του Δαρείου. Άλλωστε, ήδη ο Μακεδόνας βασιλιάς είχε εντυπωσιαστεί από τους πολιτισμούς που συνάντησε στην Αίγυπτο, τη Μεσοποταμία και την Περσία, πολιτισμούς οι οποίοι έσβησαν από τη σκέψη του την υποτιμητική σημασία που είχε για τους Έλληνες η λέξη «βάρβαρος». Εκτός αυτού, η μορφή του πολέμου που θα ακολουθούσε ήταν διαφορετική. Οι νέοι αντίπαλοι του Αλεξάνδρου, ιδιαίτερα οι Βάκτριοι και οι Σόγδιοι, όχι μόνο διέθεταν υψηλό εθνικό φρόνημα αλλά και εθνικούς ηγέτες με μεγάλες ικανότητες, η δε τακτική που εφάρμοζαν ήταν αυτή του κλεφτοπολέμου με πολλαπλά ταυτόχρονα χτυπήματα, έχοντας μάλιστα για σύμμαχο την ορεινή χώρα τους. Η φύση αυτή του αντιπάλου επέβαλλε αλλαγές στη δομή του στρατού του για να γίνει πιο ευκίνητος και να μπορεί να διεξάγει ταυτόχρονα ανεξάρτητες μεταξύ τους επιχειρήσεις. Έτσι η δυσκίνητη φάλαγγα από εκείνο το σημείο και στο εξής θα δρούσε μόνο χωρισμένη σε τμήματα, ενώ το ιππικό των εταίρων χωρίστηκε κι αυτό σε δύο τμήματα (ιππαρχίες) και συνδυάστηκε με ελαφρότερα έφιππα σώματα ιππακοντιστών και ιπποτοξοτών, κατά τα περσικά πρότυπα. Επίσης, εκτός από τις ενισχύσεις σε άνδρες και άλογα που ήρθαν από την Ελλάδα και τη Μ. Ασία με σκοπό να αναπληρωθούν οι ως τότε απώλειες, άρχισε να χρησιμοποιείται και το πολύ αξιόλογο ιππικό των ντόπιων κατοίκων. Αποτέλεσμα όλων αυτών των αλλαγών, οι οποίες εφαρμόστηκαν σταδιακά, κυρίως κατά την εκστρατεία της Βακτριανής και Σογδιανής, ήταν τέτοιο που, πριν ξεκινήσει η εκστρατεία της Ινδίας, το μακεδονικό εκστρατευτικό σώμα να έχει πάρει εντελώς νέα μορφή.
Πέρα από τις αλλαγές στη σύνθεση και την τακτική του εκστρατευτικού σώματος, ο Αλέξανδρος εφάρμοσε μια, πιο σημαντική και με μακροχρόνιο αποτέλεσμα, πολιτική, αυτή της ίδρυσης νέων πόλεων, των πρώτων σε ασιατικό έδαφος. Η επιλογή των θέσεων αυτών των πόλεων έχει χαρακτηριστεί «μεγαλοφυής».
Υποταγή της Υρκανίας, της Αρείας, της Δραγγιανής και της Αραχωσίας
Η εκστρατεία στις ανατολικές σατραπείες ξεκίνησε με την εκκαθάριση της Υρκανίας όπου, στα όρη των Ταπούρων, είχαν καταφύγει και οι Έλληνες μισθοφόροι του Δαρείου Γ΄ με αρχηγό τον Ναβαρζάνη. Μετά από την υποταγή της Υρκανίας διέσχισε την Παρθία και στην πόλη Σούσια της Αρίας, ο σατράπης Σατιβαρζάνης δήλωσε υποταγή, διατηρώντας το αξίωμά του. Μετά την αναχώρησή του Αλέξανδρου όμως για τη Βακτρία, όπου ο Βήσσος συγκέντρωνε στρατεύματα, ο Σατιβαρζάνης εξολόθρευσε τη φρουρά που είχε αφήσει ο Αλέξανδρος και συγκέντρωσε στρατό για να βοηθήσει τον Βήσσο. Ο Αλέξανδρος επέστρεψε αλλά ο Σατιβαρζάνης διέφυγε με 2.000 ιππείς. Στη θέση του διορίστηκε ο Αρσάκης. Αφού ίδρυσε μια νέα πόλη, την Αλεξάνδρεια Αρείας, κατέφυγε στην Φράδα της Δραγγιανής για να διαχειμάσει.
Εκστρατεία του Ινδικού Καυκάσου, της Βακτρίας και της Σογδιανής - Εξέγερση σε Σογδιανή και Βακτρία
Την άνοιξη του 329 π.Χ. έφτασε στην περιοχή του Ινδο-Καύκασου όπου ίδρυσε άλλη μια Αλεξάνδρεια. Ο Βήσσος έφυγε μακριά, περνώντας τον ποταμό Ώξο και, αφού έκαψε τα πλοία του μετά τη διέλευση, εγκαταστάθηκε στα Ναύτακα της Σογδιανής. Ο Αλέξανδρος τον ακολούθησε στη Σογδιανή και έστειλε τον Πτολεμαίοεναντίον του, ο οποίος τον συνέλαβε και τον οδήγησε στον Αλέξανδρο. Ο Βήσσος εκτελέστηκε και ο Αλέξανδρος προχώρησε προς την πρωτεύουσα της Σογδιανής,Σαμαρκάνδη, καθώς και στην Τασκένδη, που σήμερα είναι οι δύο σημαντικότερες πόλεις του Ουζμπεκιστάν. Ακολούθως ξέσπασε μεγάλη εξέγερση στη Βακτρία και τη Σογδιανή, της οποίας ηγήθηκε ο ικανότατος Σόγδιος αρχηγός, Σπιταμένης. Η εξέγερση αυτή, η οποία κατεστάλη με μεγάλη δυσκολία, προκάλεσε την εξολόθρευση ενός μακεδονικού αποσπάσματος στον ποταμό Πολυτίμητο (σημ. Σαραουχσάν). Κατά τις επιχειρήσεις αυτές, ο Αλέξανδρος έφθασε στον ποταμόΙαξάρτη όπου ίδρυσε τη μακρινότερη απ' όλες τις Αλεξάνδρειες, την Αλεξάνδρεια Εσχάτη, σε μια περιοχή που σήμερα λέγεται Χοτζέντ (στο σημερινό Τατζικιστάν). Κατόπιν πέρασε, παράπλευρα από την παγωμένη κορυφογραμμή των Ιμαλαΐων, στις Ινδίες, μέσω του περάσματος Κυμπέρ.